Κυριακή 1 Αυγούστου 2010

Εκατόν δέκα τέσσερα....


Οχι!
Δεν πρόκειται για το πάλαι ποτέ λαϊκό σύνθημα αντίστασης στην πολιτική αυθαιρεσία της εποχής. Πρόκειται για την σημερινή - δυστυχώς - απερίσκεφτη (το λιγότερο!) πρακτική ορισμένων επιχειρήσεων στα νησιά μας. Μια πρακτική που μας πάει πίσω ολοταχώς! Δεν λέω οτι είναι έτσι παντού... αλλά ειδικά εφέτος με την κρίση, τα δικαιολογημένα παράπονα έχουν δυναμώσει και η ελπίδα όλων είναι να βάλουμε ΟΛΟΙ μυαλό σύντομα..

Η Ρίκα Βαγιάνη είναι γνωστή για το ύφος και την "μπέσα" της. Τα λέει όπως τα αισθάνεται και πολλές φορές (και πρόσφατα) δέχτηκε επιθέσεις ακριβώς για το θάρρος και την επιμονή της να τα λέει όλα με τ'όνομά τους!

Το άρθρο της με τίτλο "Το κουστούμι" μας φέρνει πιο κοντά στην αλήθεια για ένα από τα πιο σημαντικά και κρίσιμα προβλήματα του τουρισμού..


Εκατόν δεκατέσσερα ευρώ: τρείς μεγάλοι κι ένα νήπιο, εξετάζουμε με προσοχή το λογαριασμό της παραλιακής ταβέρνας, όπου μόλις έχουμε απολαύσει ένα «ελαφρύ» μεσημεριανό, μετά τη βουτιά. Ελαφρύ για τα ελληνικά δεδομένα, βεβαίως: δυόμιση μπαρμπούνια. Δίπλα τους, ως μπιζουδάκι, μια μικρούτσικη καραβίδα (τη ζήτησε το νήπιο να δοκιμάσει πως είναι). Μια τυρόπιτα, μια χωριάτικη, δύο μπίρες και δύο αναψυκτικά. Α, και έξι κυδώνια, αλλά αυτά μην τα μετράτε. Ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα, παρά το τσουνάμι λεμονιού με το οποίο τα κατακλύσαμε. Δίπλα τους, τα μαχαιροπίρουνα φάνταζαν πιο ζωντανά. Δεν τα αγγίξαμε.

Κανονικά, έπρεπε να γράψω τη φράση-κλισέ, «το θέμα δεν είναι τα εκατόν δεκατέσερα ευρώ». Τη φράση, δηλαδή, που κοτσάρουμε σε παρόμοιες αφηγήσεις, για να μην νομίζουν οι αναγνώστες ότι ο υπογράφων είναι τσίπης. Ε, όχι μάνα μου, δεν θα το γράψω το κλισέ, γιατί ακριβώς, τα εκατόν δεκατέσσερα ευρώ είναι το θέμα! Μπαίνω, λοιπόν στο θέμα: Βρισκόμαστε σε μια οποιαδήποτε παραλιακή ταβέρνα, ενός οποιουδήποτε ελληνικού νησιού. Μιλάμε για τον απόλυτο μέσο όρο. Αυτός είναι και ο μοναδικός λόγος που δεν τον δίνω στεγνά τον ταβερνιάρη, αφού υπάρχουν χιλιάδες όμοιες περιπτώσεις. Οσοι διαβάζετε τώρα, ξέρετε κι από μία. Τουλάχιστον. Φυσικά, χριστιανοί μου, το θέμα είναι τα εκατόν δεκατέσσερα ευρώ! Δεν θα κάτσω να ανοίξω κουβέντα για το αν ήταν πεθαμένα ή ζωντανά τα κυδώνια, έστω κι αν η συζήτηση με το σερβιτόρο ήταν απολαυστική: «Κυρία μου, κουνιούνται». «Δεν κουνιούνται». «Δεν τα βλέπετε; Κουνήθηκαν!» «Δεν κουνήθηκαν, αδελφέ!» «Κουνήθηκαν πριν που μιλούσαμε, αλλά κοιτούσατε εμένα και δεν τα είδατε».

Νόστιμο, δεν λέω. Αλλά πίσω στο θέμα μας: Εκατόν δεκατέσσερα ευρώ. Το κοστούμι είναι ασήκωτο Είναι πάρα, πάρα πολλά χρήματα για τρεις (και μισό) ανθρώπους, μεσημέρι, σε ένα ταβερνάκι. Δεν παλεύονται οι τιμές παιδιά, στις εξοχές. Ούτε νομίζω ότι οι άνθρωποι είναι κλέφτες, ή απατεώνες. Δεν ξέρω τη δουλειά τους ή το κόστος τους. Αυτό που ξέρω είναι ότι ενώ η μεσοαστική τάξη στην Ελλάδα έχει αφανιστεί, οι έμποροι αγαθών και υπηρεσιών που ζουν από την αγοραστική της δύναμη συμπεριφέρονται με ένα τρόπο τόσο εξωφρενικό, εκτός πραγματικότητας, που αγγίζει το σουρεαλισμό: κάνουν τελείως την τρελή.

Μιλάμε, η Αστέρω στο γάμο του Κίτσου. Δεν ξέρω, δεν είδα, δεν άκουσα. Σαν να μην τους αφορά καθόλου το γεγονός ότι δεν υπάρχει πια καμία περίπτωση να κινηθούν οι επιχειρήσεις τους με αυτό το πλαφόν-φαρμακείο. Σαν να ήρθαμε με τουριστικό γκρουπ από μια μακρινή χώρα, που δεν γνωρίζει ΔΝΤ, σφαγές στους μισθούς, δάγκες της Εφορίας και λοιπά εξωτικά. Αρνηση; Στρουθοκαμηλισμός; Η μήπως τυφλή απόγνωση του εμπόρου, που απλά, «δεν την παλεύει» και κοιτάει να αρπάξει οτιδήποτε σήμερα; Τώρα;

Προσπαθώ να συνυπολογίσω όλα τα δεδομένα, να μη βλέπω μόνο την πλευρά μου. Αλλά τα γραπτά μένουν, κι ο λογαριασμός στο παραλιακό ταβερνάκι εξακολουθεί να είναι εκατόν δεκατέσσερα ευρώ. Εκ των οποίων τα έντεκα για τα ανέγγιχτα κυδώνια-μούμιες του Τουταγχαμόν που χρεώθηκαν κανονικά, αφού ο σερβιτόρος-φυσιοδίφης διέγνωσε εντός τους ανεπαίσθητα στη ίχνη ζωής . Και τα δεκαπέντε για τη μιάμιση μπουκιά κατεψυγμένης καραβίδας. Δεκαπέντε ευρώ, μια καραβίδα. Ανέμισα το κουφάρι της μπροστά στην ταμειακή, και νομίζω ότι είπα τη λέξη «αθεόφοβοι». Αυτό το τελευταίο, που ήταν χριστιανικού περιεχομένου, τον συγκίνησε τον ταβερνιάρη, που έσκυψε συνωμοτικά στο αυτί μου και άφησε να εννοηθεί ότι «αύριο, που θα ξανάρθω» θα είναι το κουστούμι διαφορετικό.

Δεν υπάρχει αύριο στη σχέση μας ήταν αυτό που (δεν) του είπα. Δεν υπάρχει αύριο γενικώς, ήταν αυτό που μουρμούριζα, αφήνοντας για πάντα πίσω μου τα κυδώνια-ζόμπι, την καραβίδα αντίδωρο, τα εκατόν δεκατέσσερα ακατέβατα- και το τέλος των διακοπών, όπως τις ξέραμε.

( ΥΓ. Κάθε σχόλιο είναι περισσότερο από ευπρόσδεκτο. Σας παρακαλώ όμως, αν διαβάσατε ως εδώ, προωθήστε το σε ανθρώπους της δουλειάς, ξενοδόχους, εστιάτορες, κλπ. Σημασία έχει να συγκεντρώσουμε, μαζί με τις απόψεις των καταναλωτών, και αυτές των επιχειρηματιών. Δεν μπορεί να έχουν όλοι μαζί τάσεις αυτοκτονίας! )


Από το: www.protagon.gr

4 σχόλια:

dimitris-r είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
dimitris-r είπε...

Ε, καλά η Βαγιάνη είναι ακροτελεύτιος στύλος της τσεκουράτης αλήθειας. Το περιστατικό δεν χρειάζεται πιστοποίηση, ούτε μάρτυρες, αφού συνέβαινε και θα συμβαίνει πάντα σε όλους μας. Και καλά άμα είσαι μια φορά παθών ...προσέχεις και μένεις με μια χασούρα 114. Αλλά το θέμα είναι το γινόμενο αυτών των πολλαπλάσιων 114 που χρεώνεται η καθημερινότητά μας στον μπακάλη, στον μανάβη, στην ταβέρνα.
Χτες μόλις πήρα έναν απ' αυτούς τους XL αναπτήρες για εστία γκαζιού σε σχήμα περίστροφου με μακρυά κάνη. Άναβε στο Σούπερ Μάρκετ, πλην όμως εξέπνευσε άμα τη αφίξει στο σπίτι. Και τώρα τι να κάνω με τον ημιθανή αναπτήρα που δεν έχει κουράγιο να βγάλει φλόγα;
Φοβάμαι την αντίδραση του σουπερμαρκετά μη μοιάζει του ταβερνιάρη της Ρικάς, γιατί αλοίμονό του!
Ο αμέσως προηγούμενος σουπερμαρκετάς μου έχασε ήδη για λόγους υγιεινής και τιμολογακής συμπεριφοράς την καθημερινή άμα τε και εβδομαδιαία επίσκεψη στο ταμείο του επί σειρά ήδη τεσσάρων χρόνων. Κι αν συνυπολογίσει ότι είμαστε τετραμελής οικογένεια θα 'πρεπε ήδη να έχει κλάψει κάποιες αρκετά σεβαστές χιλιάδες ευρώ. Κάτι όμως με κάνει να πιστεύω ότι δεν ...κλαίει γιατί όσο υπάρχουν κορόιδα να τον τροφοδοτούν θα συνεχίζει.

Savrada είπε...

Δυστυχώς όλοι μας είμαστε "θύματα" παρόμοιας αισχροκέρδειας. Αυτό που κάνει εντύπωση όμως - εκτός βέβαια από το "κουστούμι" είναι οτι ο μαγαζάτορας προσπάθησε να "δωροδοκήσει την κ.Βαγιάνη με την υπόσχεση για "δωρεάν" φαγητό την επομένη φορά!!
Δεν βάζουμε μυαλό με τίποτα!
Αντί με την οικονομική κρίση να ρίξουν τις τιμές για να μπορεσει η οικογένεια και ο τουρίστας να βγάλει μερικές μέρες παραπάνω, επιμένουν στις ανατιμήσεις και βλέπουμε οτι ο πληθωρισμός δεν λέει να πέσει..

zepos είπε...

Δημήτρη, είμεθα "όμηροι" εθελοντικώς!
Είναι πέρα από την δήθεν "αξιοπρέπεια" που μας φόρεσαν να το "ψάχνουμε" για τις τιμές..
Πφφφφ!
Σιγά!

Savrada(!)...ο εστιάτορ βαδίζει πάνω ακριβώς στ'αχνάρια των απανταχού "πονηρών" που γνωρίζουν καλά την μέθοδο να παίρνεις αυτό που ζητάς με κάθε τρόπο..
Γι'αυτό η χώρα μας έφθασε μισό βήμα πριν τον Καιάδα!